Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2015

Oι ελληνικές τράπεζες ξεπουλιούνται σε ιδιώτες επενδυτές αγνώστου ταυτότητος


Ξεπούλημα για να σωθούν οι καταθέσεις


.
Tράπεζες Με 8,5 δισ. που θα είναι είτε ομόλογα είτε κεφάλαια οι ξένοι θα αποκτήσουν τον έλεγχο στις 4 τράπεζες, σε πλήρη λειτουργία, με πλήθος θυγατρικών και ενεργητικό ύψους 340 δισ. ευρώ
.
Σε αξίες ίδρυσης εκ του μηδενός αποτιμήθηκαν και ιδιωτικοποιούνται οι τέσσερις ελληνικές τράπεζες, με μεγάλους ζημιωμένους τους Ελληνες φορολογούμενους, αφού φορτώνεται οριστικά και αμετάκλητα στο δημόσιο χρέος όλο το κόστος των προηγούμενων ανακεφαλαιοποιήσεων και «διασώσεων» από το 2013 μέχρι σήμερα, ήτοι πάνω από 45 δισεκατομμύρια ευρώ.

Οι ξένοι επενδυτές, που στην πλειονότητά τους είναι κερδοσκοπικά χαρτοφυλάκια και ευκαιριακοί μέτοχοι, θα καταβάλουν περί τα 8,5 δισ. ευρώ σε μετρητά και ομόλογα που θα μετατραπούν «εθελοντικά» σε μετοχές, για να αποκτήσουν πλέον τον έλεγχο του εγχώριου τραπεζικού συστήματος.

Με τα λεφτά αυτά θα αγοράσουν τις τέσσερις συστημικές τράπεζες σε πλήρη λειτουργία, με πλήθος θυγατρικών στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια, ενεργητικό που φτάνει τα 340 δισ. ευρώ και σύνολο ιδίων κεφαλαίων άνω των 34 δισ. ευρώ.

Αυτό ήταν το τίμημα της πολιτικής επιλογής να αποφευχθεί πάση θυσία η κρατικοποίηση των τραπεζών ώστε μην ανοίξει η πληγή ενός καταστροφικού «κουρέματος» στις ανασφάλιστες καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ.

Με λίγα λόγια, οι ελληνικές τράπεζες ξεπουλιούνται σε ιδιώτες επενδυτές αγνώστου ταυτότητος, με τεράστιο κόστος για το ελληνικό Δημόσιο και τους σημερινούς μετόχους, καθώς η μεγάλη διακύβευση αυτή τη φορά ήταν ότι έπρεπε με κάθε τρόπο να σωθούν από το «κούρεμα» οι εναπομείνασες καταθέσεις.

Η τρίτη κατά σειρά ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού κλάδου κατά 14,4 δισ. ευρώ κατά κοινή ομολογία θωρακίζει κεφαλαιακά τις ελληνικές τράπεζες για μεγάλο χρονικό διάστημα και θέτει τις βάσεις για την «εξυγίανση» του κλάδου, όμως ελάχιστα θα συνδράμει στην ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας, καθώς τα νέα κεφάλαια δεν προορίζονται για δάνεια αλλά για να καλύψουν τις κεφαλαιακές τρύπες των τραπεζών.

Νέες απώλειες


Kεφάλαια που συγκέντρωσαν οι τράπεζες
Υλοποιήθηκε δε με τους χειρότερους δυνατούς όρους όχι μόνο για τους υφιστάμενους μετόχους (ασφαλιστικά ταμεία, μικροεπενδυτές, μικρά και μεγαλύτερα funds κ.ά.) αλλά κυρίως για το Ελληνικό Δημόσιο που υφίσταται νέες απώλειες και αντίθετα δημιουργεί τεράστιες ευκαιρίες γρήγορου πλουτισμού με χαμηλό ρίσκο για τους νέους επενδυτές που αγόρασαν μετοχές σε εξευτελιστικά χαμηλές χρηματιστηριακές τιμές.

Αν και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα βάλει περίπου 5,5 μέχρι 6 δισ. ευρώ (σήμερα εγκρίνεται η εκταμίευση των 10 δισ. ευρώ της δυνητικής κρατικής συμμετοχής από το Eurogroup) για να καλύψει τις επιπρόσθετες ανάγκες στην Εθνική Τράπεζα και την Πειραιώς, οι συνολικοί όροι συμμετοχής είναι τέτοιοι που το Δημόσιο θα καταστεί μέτοχος μειοψηφίας σε όλες τις τράπεζες με ποσοστά από… 2,5% μέχρι περίπου 30%, και είναι πρακτικά αδύνατον να ανακτήσει στο μέλλον τα χρήματα που έχει επενδύσει, όσο κι αν στο μέλλον αυξηθεί η αξία των τραπεζικών μετοχών.

Αλλά ακόμη και αυτές οι μετοχές που μένουν στον έλεγχο του ΤΧΣ δεν θα ανήκουν στο κράτος, αλλά στον ευρωπαϊκό μηχανισμό ESM καθώς, με βάση τη συμφωνία του Ιουλίου, θα εισφερθούν ως ενέχυρο στο υπερ-ταμείο αποκρατικοποιήσεων για το δάνειο που έλαβε η Ελλάδα.

Το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων είχαν ήδη εξαϋλωθεί για το κράτος ήδη από το 2014 με ευθύνη των τότε κυβερνήσεων.

Τότε που η δεύτερη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών είχε γίνει με χείριστους όρους για το ΤΧΣ το οποίο είχε πάρει warrants αντί για μετοχές ενώ είχε απεμπολήσει ακόμη και τα δικαιώματα ψήφου.

Αυτή τη φορά, παράλληλα με τις χαμηλές τιμές στις οποίες αποκτούν την πλειονότητα των τραπεζών, θα πάρουν σε «συσκευασία δώρου» και τη διευκόλυνση των πλειστηριασμών κατοικιών από τις τράπεζες καθώς και την απελευθέρωση της πώλησης των «κόκκινων» δανείων σε distress funds και εξειδικευμένες διεθνείς εταιρείες.

Τα δύο αυτά νομοθετήματα είναι τα τελευταία που έρχονται να «κουμπώσουν» με την πλήρη ιδιωτικοποίηση του τραπεζικού κλάδου στη χώρα μας και αποσκοπούν πλέον είτε στην εκποίηση ενός μεγάλου μέρους από το στοκ των κατοικιών και των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων είτε στην αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων δανείων με τα χρήματα που έχουν τοποθετήσει οι Ελληνες σε θυρίδες, «στρώματα» και ξένους λογαριασμούς.

Το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για την κατάντια των τραπεζών το έχουν διαχρονικά οι διοικήσεις και οι κυβερνήσεις που πέρασαν.

Η ουσιαστική χρεοκοπία του κλάδου οφείλεται στις μεγάλες ποσότητες ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που αγόραζαν, στα τεράστια δάνεια που έδιναν σε επιχειρηματίες και νοικοκυριά χωρίς εγγυήσεις και στις πιστωτικές κάρτες που μοίραζαν αφειδώς αγνοώντας κάθε κανόνα αποτίμησης ρίσκου και προστασίας των καταθετών τους.

Αυτές οι ελληνικές τράπεζες, με τις ίδιες λίγο-πολύ διοικήσεις περνούν πλέον στον έλεγχο ξένων συμφερόντων μαζί με τις υποθήκες της περιουσίας των υπερχρεωμένων Ελλήνων.

Σε… μηδενικές τιμές

Αυτό που ήδη στη χρηματιστηριακή αγορά χαρακτηρίζεται «σκάνδαλο» είναι ότι οι νέοι ιδιώτες μέτοχοι θα αγοράσουν τις καινούργιες μετοχές των τραπεζών κυριολεκτικά σε μηδενικές τιμές, με έκπτωση που φτάνει ώς το 99% σε σχέση με τις τρέχουσες χρηματιστηριακές τιμές στο ταμπλό.

Η «αραίωση» που υφίστανται τα ποσοστά των παλαιών μετόχων είναι καθολική αν σκεφτεί κανείς ότι οι νέες μετοχές των τραπεζών αγοράστηκαν για μερικά λεπτά του ευρώ στο πλαίσιο της διαδικασίας ιδιωτικών τοποθετήσεων που διενήργησαν στη διεθνή αγορά οι τράπεζες, αποκλείοντας παράλληλα από τη δυνατότητα συμμετοχής τους Ελληνες επενδυτές (πλην Εθνικής).

Με βάση τις τιμές έκδοσης των νέων μετοχών, όλες μαζί οι τράπεζες αποτιμήθηκαν έναντι 746 εκατ. ευρώ, όταν ακόμη και μετά την κατάρρευση της χρηματιστηριακής αξίας του τραπεζικού κλάδου τις τελευταίες εβδομάδες, η χρηματιστηριακή αξία τους την περασμένη Παρασκευή έφτανε τα 1,9 δισ. ευρώ.

Πέρυσι, αμέσως μετά την ανακεφαλαιοποίηση του 2014 η χρηματιστηριακή αξία των ελληνικών τραπεζών ξεπερνούσε τα 34 δισ. ευρώ, ενώ το 2007-2008, πριν ξεσπάσει η κρίση στην Ελλάδα, η αξία τους έφτανε τα 70-75 δισ. ευρώ!

Ενδεικτικό της απαξίωσης που έχουν υποστεί οι μέτοχοι είναι ότι όσοι έχουν μετοχές της Εθνικής και της Πειραιώς στα χέρια τους τις ξεπουλούσαν όσο όσο την Παρασκευή, με τις δύο μετοχές να «κλειδώνουν» στο limit down του -30%.

Οι τόσο χαμηλές τιμές που προσφέρθηκαν για την αγορά των νέων μετοχών των τραπεζών είναι αποτέλεσμα του περιορισμένου ενδιαφέροντος των διεθνών επενδυτών, της επί της ουσίας αναγκαστικής μετατροπής ομολόγων σε μετοχές, αλλά και της πολύ κακής συγκυρίας στην οποία υλοποιήθηκε το εγχείρημα της νέας ανακεφαλαιοποίησης.

Τα capital controls στον τραπεζικό κλάδο, οι μεγάλες εκροές καταθέσεων που μεσολάβησαν πριν από τη συμφωνία του Ιουλίου και η έκρηξη των επισφαλών δανείων στα 110 δισ. ευρώ, δημιούργησαν ασφυκτικές συνθήκες που έδωσαν τη δυνατότητα στα ξένα funds να εκμεταλλευτούν τη δυσκολία των τραπεζών να συγκεντρώσουν νέα κεφάλαια και να ζητήσουν «τζάμπα» τις μετοχές.

Στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης οι ελληνικές τράπεζες έπρεπε να συγκεντρώσουν συνολικά 14,4 δισ. ευρώ με βάση το δυσμενές σενάριο των stress tests, και κατ’ ελάχιστον 4,3 δισ. ευρώ σύμφωνα με το βασικό σενάριο για να μην τεθούν σε εκκαθάριση.

Η Alpha Bank και η Eurobank κατάφεραν να καλύψουν τις ανάγκες και του δυσμενούς σεναρίου με αποτέλεσμα να μη χρειαστούν κεφαλαιακή βοήθεια από το κράτος, ενώ η Εθνική και η Πειραιώς που είχαν τις μεγαλύτερες ανάγκες, κάλυψαν το βασικό σενάριο αλλά θα δεχτούν αυξημένη κεφαλαιακή ένεση από το ΤΧΣ.

Αυξήσεις κεφαλαίου δισεκατομμυρίων για μερικά λεπτα του ευρώ

■ Η Εθνική θα εκδώσει μετοχές προς 2 λεπτά τη μία. Η τράπεζα δηλαδή αποτιμήθηκε μόλις 70 εκατ. ευρώ όταν την Παρασκευή στο Χρηματιστήριο είχε κεφαλαιοποίηση 791 εκατ. ευρώ.

Από όσα έχουν γίνει γνωστά, μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης διασφαλίστηκαν 457 εκατ. ευρώ, ενώ περίπου 1 δισ. ευρώ θα είναι τα ομόλογα και οι προνομιούχες μετοχές που θα μετατραπούν σε κοινές και άλλα 300 εκατ. ευρώ οι μετοχές που θα εισφερθούν σε μικρομετόχους στην Ελλάδα.

Παρ’ ότι στην ανακεφαλαιοποίησή της θα μετάσχει το ΤΧΣ με κοινές μετοχές και μετατρέψιμες ομολογίες (CoCos) σε αναλογία 25% – 75% ώστε να καλυφθεί το σύνολο των αναγκών ύψους 4,48 δισ. ευρώ, η κρατική συμμετοχή στην τράπεζα θα μειωθεί σημαντικά σε σχέση με το 57% που ελέγχει σήμερα και οι ιδιώτες θα αποκτήσουν την πλειοψηφία (περίπου 70%).

■ Η Πειραιώς κατάφερε μόλις την τελευταία στιγμή, την Παρασκευή, να συγκεντρώσει τα ελάχιστα απαιτούμενα 2 δισ. ευρώ από ιδιώτες, σε σύνολο κεφαλαιακών αναγκών 4,66 δισ. ευρώ.

Από την ιδιωτική τοποθέτηση άντλησε 1,34 δισ. ευρώ και άλλα 600 εκατ. ευρώ από μετατροπή ομολόγων σε μετοχές, ενώ η τιμή διάθεσης ορίστηκε σε μόλις 0,003 ευρώ.

Ητοι η τράπεζα αποτιμήθηκε μόλις 18,3 εκατ. ευρώ. Το ΤΧΣ θα καλύψει τα υπόλοιπα 2,6 δισ. ευρώ με έκδοση μετατρέψιμων ομολόγων (CoCos ύψους 2,04 δισ. ευρώ) και κοινών μετοχών αξίας περίπου 680 εκατ. ευρώ, αλλά πλέον θα ελέγχει ποσοστό μόλις 26-27% από 66,9% που ελέγχει σήμερα.

■ H Εurobank περνά εξ ολοκλήρου σε ιδιώτες μετόχους, καθώς το μερίδιο του ΤΧΣ θα περιοριστεί μόλις σε 2,4 από 35,4% που είναι σήμερα.

Η Eurobank κάλυψε μέσω ιδιωτών και ομολογιούχων τις κεφαλαιακές της ανάγκες άνω των 2 δισ. ευρώ (τα 1,6 δισ. ευρώ μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης και τα υπόλοιπα 420 εκατ. ευρώ από μετατροπή ομολόγων), χωρίς να απαιτείται δημόσια συμμετοχή και θα εκδώσει μετοχές προς 1 λεπτό υπέρ των νέων μετόχων της. Η αξία της αποτιμήθηκε χρηματιστηριακά σε μόλις 147 εκατ. ευρώ.

■ Η Alpha Bank συγκέντρωσε με σημαντική υπερκάλυψη τα κεφάλαια που αναζητούσε (περί τα 2,6 δισ. ευρώ συνολικά) σε συνδυασμό και με τη μετατροπή ομολόγων σε μετοχές και ούτε αυτή θα χρειαστεί κρατική βοήθεια.

Εκτιμάται ότι θα κάνει αποδεκτές προσφορές ύψους 1,5 δισ. ευρώ από την ιδιωτική τοποθέτηση και θα μετατρέψει σε μετοχές ομόλογα ύψους 1 δισ. ευρώ. Θα εκδώσει νέες μετοχές προς 4 λεπτά τη μία, ήτοι αποτιμήθηκε 510,7 εκατ. ευρώ. Το μερίδιο του ΤΧΣ θα μειωθεί από 66,4% σήμερα σε 11%

■ Στο μεταξύ χθες ανακοινώθηκε ότι η Αttica Bank προχωρά σε αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου κατά 748 εκατ. ευρώ προκειμένου να καλύψει το σύνολο του δυσμενούς σεναρίου των stress tests που ανέδειξαν ισόποσο κεφαλαιακό έλλειμμα.

Στόχος της τράπεζας είναι να αποφύγει τη συμμετοχή του ΤΧΣ και, όπως έγινε γνωστό, ο βασικός της μέτοχος ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ προτίθεται να εισφέρει νέα κεφάλαια στη διαδικασία προκειμένου να διατηρήσει το ποσοστό του στα επίπεδα του 51%.

Συντάκτης: Βασίλης Γεώργας
-Efsyn.gr

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2015

Eλληνικό και ισλανδικό πρόγραμμα του ΔΝΤ (επιτυχία και αποτυχία )



των Μαργαρίτας Κατσίμη, Gylfi Zoega

Δύο από τις χώρες που επλήγησαν χειρότερα από την κρίση που χτύπησε την Δύση το 2008, έχουν γίνει σύμβολα για την επιτυχία και την αποτυχία των προγραμμάτων του ΔΝΤ.

Η Ισλανδία υπέστη μια κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού της συστήματος τον Οκτώβριο του 2008 και συμφώνησε σε ένα πρόγραμμα του ΔΝΤ το Νοέμβριο του ΄ίδιου έτους.

Το πρόγραμμα είχε προφανώς τέτοια επιτυχία που το ΔΝΤ οργάνωσε ένα συνέδριο στο Ρέικιαβικ τον Οκτώβριο του 2011 για να γιορτάσει την επιτυχία. Η χώρα τώρα έχει ανάπτυξη κοντά στο 5% και ανεργία 4%.

Η Ελλάδα δημιούργησε μεγάλα ελλείμματα του δημοσίου τομέα πριν από την κρίση και έχασε την πρόσβαση στην αγορά κατά τη διάρκεια της κρίσης, υποχρεώνοντας την χώρα να ζητήσει από το ΔΝΤ και την ΕΕ βοήθεια, το 2009.

Μετά από πέντε χρόνια, το ΑΕΠ της Ελλάδας έχει συρρικνωθεί 25%, η ανεργία βρίσκεται πάνω από το 25% για αρκετά χρόνια και το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί στο 170% του ΑΕΠ.

Ο Πίνακας 1 δείχνει τις αντίθετες τύχες των δύο χωρών σε σχέση με την ανάπτυξη, την ανεργία, τα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών, το δημόσιο χρέος, τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα, τις επενδύσεις και την κατανάλωση.



Στην προσπάθειά μας να κατανοήσουν γιατί ένα πρόγραμμα ήταν τόσο επιτυχημένο και το άλλο (τουλάχιστον μέχρι τώρα) μια αποτυχία, οι άνθρωποι μπαίνουν στον πειρασμό να βρουν πρότυπα, συχνά με βάση ελλιπείς πληροφορίες.Ως εκ τούτου, ορισμένοι σχολιαστές θα υπογράμμιζαν ότι η Ελλάδα, ως μέλος της ευρωζώνης και η Ισλανδία, έχοντας το δικό της νόμισμα, είναι ένας λόγος για τις διαφορετικές επιδόσεις των προγραμμάτων. Άλλοι θα επισήμαιναν το υψηλότερο επίπεδο διαφθοράς και την αναποτελεσματικότητα στην Ελλάδα. Σε αυτό το άρθρο επιχειρούμε να δώσουμε μια πιο ολοκληρωμένη εξήγηση.

Πρελούδιο για τις κρίσεις

Πριν ενταχθεί στο ευρώ, η Ελλάδα είχε επιμόνως δημοσιονομικά ελλείμματα, υψηλά επίπεδα χρέους και συνήθως, επίσης, ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.Για 90 χρόνια από την ανεξαρτησία της, η χώρα βρισκόταν σε στάση πληρωμών του εξωτερικού της χρέους και αποκλεισμένη από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου. Μετά από το 1993, η οικονομική πολιτική προσανατολίστηκε προς την σύγκλιση των κριτηρίων του Μάαστριχτ και η Ελλάδα βίωσε μια μείωση κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, στο δημοσιονομικό της έλλειμμα μεταξύ 1993-1999. Αυτές οι προσπάθειες εγκαταλείφθηκαν σε μεγάλο βαθμό κατά τα επόμενα έτη, ενώ η υψηλή ανάπτυξη αύξησε τα υψηλά ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών.

Αντιθέτως, η Ισλανδία εμφάνισε πλεονάσματα από τα μέσα της δεκαετίας του 90, και μείωσε το επίπεδο του δημοσίου χρέους, το οποίο ήταν πολύ χαμηλό όταν ξέσπασε η κρίση το 1008. Η αιτία της κρίσης στην Ισλανδία ίσως ανιχνευθεί σε μια απόφαση των αρχών να προωθήσουν την δημιουργία ενός διεθνούς τραπεζικού κέντρου με τις εγχώριες τράπεζες να έχουν δραστηριότητες στο εξωτερικό, χωρίς τα οφέλη του να υπάρχει ένας δανειστής ύστατης στιγμής ή ένα αρκετά μεγάλο κράτος, ικανό να ανακεφαλαιοποιήσει το τραπεζικό σύστημα.

Και οι δύο χώρες είχαν κυβερνήσεις που υποστήριζαν ενεργά ή στην περίπτωση της Ελλάδας, ήταν υπεύθυνες για την συσσώρευση του εξωτερικού χρέους. Οι εισροές κεφαλαίων που έκαναν αυτές τις δυο οικονομίες να ανθίσουν στη διάρκεια της περιόδου 2001-2008, δεν ήταν σαν τσουνάμι ξένων κεφαλαίων, αντίθετα οι ροές κεφαλαίων ήταν ευπρόσδεκτες και ακόμη, ενθαρρυνόταν από δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις. Και στις δύο περιπτώσεις, οι εισροές βοηθήθηκαν από τις υψηλές πιστοληπτικές αξιολογήσεις, στην Ισλανδία προκλήθηκαν από το χαμηλό επίπεδο δημοσίου χρέους και στην Ελλάδα από την πεποίθηση ότι μια χώρα της ευρωζώνης δεν θα μπορούσε ποτέ να επιτραπεί να καταρρεύσει.

Στην Ελλάδα η συνδυασμένη επίδραση των εισοδημάτων και οι επιδράσεις των χαμηλότερων επιτοκίων στην τρέχουσα δημόσια κατανάλωση, ήταν πολύ ισχυρότερη από τις διατάξεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που καθορίζει τα όρια για τα δημόσια ελλείμματα. Οι πολιτικοί στην εξουσία επωφελήθηκαν προσωπικά απο τα ελλέιμματα, με το να αφήνουν το δημόσιο να χρηματοδοτεί την εκλογή τους γενναία ή μέσω της απασχόλησης ή της επιβράβευσης με συμβάσεις, φίλους και οικογένεια. Στην Ισλανδία, οι τραπεζίτες δανείστηκαν με τις πλάτες της πιστοληπτικής αξιολόγησης του δημοσίου και δάνεισαν χρήματα σε φίλους και οικογένεια.

Επιτυχία και αποτυχία των προγραμμάτων υπό την αιγίδα του ΔΝΤ

Οι λόγοι για την επιτυχία του προγράμματος της Ισλανδίας και η αποτυχία μέχρι σήμερα του ελληνικού προγράμματος, μπορεί να βρεθεί σε ένα σύνολο αλληλένδετων παραγόντων.

Πρώτον, το εξωτερικό χρέος της Ισλανδίας ήταν de jure ιδιωτικό, ενώ το εξωτερικό χρέος της Ελλάδας ήταν κρατικό χρέος.

Δεύτερον, η Ισλανδία είχε το δικό της νόμισμα και ως εκ τούτου η αναστροφή των κεφαλαιακών ροών δημιουργία ένα πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μέσω μιας χαμηλότερης συναλλαγματικής ισοτιμίας σχεδόν εν μία νυκτί.

Αυτοί οι δύο παράγοντες συμβάλλουν σε έναν τρίτο, που είναι ότι η κυβέρνηση στην Ισλανδία ανέλαβε την πλήρη κυριότητα του προγράμματος του ΔΝΤ, κάτι που δεν συνέβη στην Ελλάδα.

Τέλος, η μικρή κυριότητα του ελληνικού προγράμματος από την κυβέρνηση, συνέβαλε στο να ενισχύει τις προσδοκίες ο φόβος για Grexit, ότι μια άλλη μεγάλη οικονομική αναταραχή μπορεί να είναι γύρω από την Ελλάδα, ένας παράγοντας που ήταν απών για την Ισλανδία.

Εξαιτίας αυτών των δύο παραγόντων, το πρόγραμμα του δντ στην Ισλανδία ξεκίνησε από μια πολύ διαφορετική αρχική αντίδραση σε σχέση με το ελληνικό.

Στην Ισλανδία, το μεγαλύτερο μέρος του εξωτερικού χρέους της χώρας διαγράφτηκε από τον ισολογισμό μέσω της χρεοκοπίας ιδιωτικών τραπεζών και η κατάρρευση της συναλλαγματικής ισοτιμίας δημιούργησε πλεονάσματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που απαιτούνταν για την εξυπηρέτηση του υπόλοιπου εξωτερικού χρέους.

Αντιθέτως, η κυβέρνηση της Ελλάδας έπρεπε να δημιουργήσει ένα πλεόνασμα του δημοσίου τομέα καθώς και ένα πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μέσω των δικών της αντιλαϊκών αποφάσεων, χωρίς να είναι σε θέση να μειώσει το εξωτερικό χρέος μέχρι που το έκαναν οι εξωτερικοί πιστωτές το 2012. Εντός της ευρωζώνης, δεν επιτρέπεται η μονομερής χρεοκοπία και η μείωση των πραγματικών συναλλαγματικών ισοτιμιών που απαιτούνταν για την αντιστροφή στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, τείνει να είναι πιο επώδυνη, απαιτώντας υψηλή και επίμονη ανεργία.

Ως αποτέλεσμα, ήταν πολύ πιο εύκολο για την κυβέρνηση της Ισλανδίας να αναλάβει την κυριότητα του προγράμματος του ΔΝΤ για την χώρα, ξεκινώντας με καθαρή "πλάκα”, χαμηλά επίπεδα δημοσίου χρέους, μαζικά μειωμένο εξωτερικό χρέος και μια χαμηλή πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να εμφανίσει δημοσιονομικά ελλείμματα στα πρώτα χρόνια μετά από την κρίση και να αφήσει την χαμηλότερη ισοτιμία να μειώσει τις εισαγωγές και σταδιακά να αυξήσει τις εξαγωγές. Η μετάβαση εκτός κρίσης μέσω χαμηλότερων εισαγωγών και ανάπτυξη με στήριγμα τις εξαγωγές, ήταν σαφής.

Αντίθετα στην Ελλάδα, όλοι αυτοί οι παράγοντες ήταν αντεστραμμένοι: το αρχικό επίπεδο δημοσίου χρέους ήταν τόσο υψηλό, το χρέος δεν είχε αναδιαρθρωθεί μέχρι το 2012, και τότε μόνο μερικώς, και η μείωση της πραγματικής ισοτιμίας περιλάμβανε χρόνια λιτότητας και υψηλής ανεργίας. Η ανάληψη της κυριότητας του προγράμματος του ΔΝΤ στην Ελλάδα ήταν ως εκ τούτου πολύ πιο δύσκολη. Διεξήχθησαν εκλογές τέσσερις φορές από το 2009, το δεύτερο πρόγραμμα δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και επιβλήθηκαν capital controls τον Ιούνιο του 2015.

Εμπειρικά στοιχεία δείχνουν ότι ελλείψει κυριότητας, οι προϋποθέσεις και οι όροι δεν θα είχαν αποτέλεσμα. Όπως έδωσε έμφαση ο Drazen (2002): Εάν μια κυβέρνηση αντιτίθεται στις μεταρρυθμίσεις, θα προσπαθήσει να βρει άλλους τρόπους, έτσι ώστε το πρόγραμμα θα αποτύχει. Η ατελής παρατήρηση σε συνδυασμό με πολλαπλές πιθανές αιτίες για την αποτυχία, σημαίνει ότι η αιτία της αποτυχίας είναι δύσκολο να εντοπιστεί.

Οι Έλληνες πολιτικοί είχαν μια διφορούμενη στάση έναντι της κυριότητας του προγράμματος ανάλογα με το εάν το κοινό τους ήταν η εκλογική περιφέρεια ή οι ξένοι πιστωτές.Φαίνεται ότι οι Έλληνες πολιτικοί θεώρησαν ότι υπάρχει ένα παζάρι μεταξύ της κυριότητας και του πολιτικού κόστους της προσαρμογής. Η κυριότητα υποδηλώνει αποδοχή των συνεπειών και έτσι θα έπρεπε να αποφευχθεί. Από την άλλη πλευρά, προκειμένου να διαπραγματευτεί μια επιτυχημένη συμφωνία που θα βελτιώσει την πιθανότητα επιτυχίας του προγράμματος (π.χ. αναδιάρθρωση του χρέους), είναι απαραίτητο να πείσει τους ψηφοφόρους σε άλλες χώρες της ευρωζώνης ότι το πρόγραμμα έχει μια πραγματική ευκαιρία να πετύχει. Αυτό μπορεί να συμβεί εάν η ελληνική κυβέρνηση αναλάβει την κυριότητα. Ως εκ τούτου, η μικρή κυριότητα υποβάθμισε την αξιοπιστία των φορέων χάραξης πολιτικής, οδηγώντας στην επιβολή αυστηρότερων μέτρων, που με τη σειρά τους κατέστησαν την ανάληψη κυριότητας πιο δύσκολη. Αυτός ο φαύλος κύκλος οδήγησε σε ένα υφεσιακό πρόγραμμα, δημιουργώντας ζητήματα δημοκρατικής λογοδοσίας και αποτελώντας πηγή δυσαρέσκειας των πολιτών προς την Ευρώπη.

Το έλλειμμα κυριότητας από τις ελληνικές κυβερνήσεις, αποτυπώνεται στην επιτυχημένη υλοποίηση της "παρατηρήσιμης” δημοσιονομικής εξυγίανσης που αποτελεί μέρος του προγράμματος και στην αποτυχημένη εφαρμογή του μέρους με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ενώ η αντίθεση στρατηγική θα ήταν λιγότερο επώδυνη για την ανάπτυξη. Ομοίως, το αλληλοσυνδεόμενο έλλειμμα αξιοπιστίας αποτυπώνεται στο γεγονός ότι το πρώτο πρόγραμμα εστίαζε περισσότερο στην δημοσιονομική εξυγίανση παρά στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και η αρνητική επίδραση της ζήτησης ήταν άμεση ενώ η θετική επίδραση στην προσφορά καθυστέρησε σημαντικά. Η Ελλάδα προχώρησε σε μια πολύ μεγάλη μείωση του ελλείμματός της και σε μια ακόμη μεγαλύτερη μείωση του κυκλικά προσαρμοσμένου ελλείμματός της (κατά 16% του ΑΕΠ). Ωστόσο, το επίμονα μεγάλο θετικό κενό μεταξύ δημοσιονομικής προσπάθειας και δημοσιονομικού αποτελέσματος, είναι ενδεικτικό του ότι η τρόικα υποτίμησε την επίδραση της λιτότητας στην πραγματική οικονομία . Το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει χαμηλό ποσοστό αποταμιεύσεων και έναν μικρού μεγέθους εξωτερικό τομέα, αυξάνει περαιτέρω την υφεσιακή επίδραση της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Στο τέλος, όλοι αυτοί οι παράγοντες συνέβαλαν στην αποτυχία της οικονομικής προσαρμογής από το 2010, επομένως η απουσία κυριότητας στο μεσοδιάστημα πιθανώς οδήγησε σε υψηλότερο οικονομικό, όπως και πολιτικό, κόστος.

Καταληκτικές παρατηρήσεις

(Παραδόξως) Η Ελλάδα είναι πιο ευάλωτη σε κερδοσκοπικές επιθέσεις από ό,τι η Ισλανδία, από τη στιγμή που η χαμηλή κυριότητα του προγράμματος αναπόφευκτα έθεσε το ζήτημα του Grexit. Η "απειλή” του Grexit, που χρησιμοποιήθηκε πρώτη από την αντιπολίτευση στην Ελλάδα προκειμένου να κερδίσει πολιτική εξουσία και στην συνέχεια από την ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να διαπραγματευτεί ένα άλλο πρόγραμμα προσαρμογής, είχε σημαντικές αυτοεκπληρούμενες ιδιότητες, με την παράταση της ύφεσης, ενώ παράλληλα καθιστούσε την "διάσωση” πιο ακριβή και ριψοκίνδυνη για όλους όσοι εμπλεκόταν. Υπό αυτό το πρίσμα, η πρόσφατη γερμανική στρατηγική της χρήσης του Grexit ως "απειλή” για την ελληνική κυβέρνηση για να εφαρμόσει το πρόγραμμα, είναι επικίνδυνη. Οι μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη που θα περιορίσουν αυτή την προσδοκία (όπως ένα σχήμα εγγύησης καταθέσεων της ευρωζώνης), θα μειώσει το υφεσιακό κόστος του προγράμματος προσαρμογής, διευκολύνοντας έτσι την κυριότητα και τις προοπτικές επιτυχίας.

*Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο VoxEU.org, ένα policy portal που ιδρύθηκε από το Center for Economic Policy Research (CEPR)

Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://www.voxeu.org/article/imf-programmes-greece-vs-iceland -

Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2015

O Λασκαρίδης μετατρέπει το πρώην Χυτήρογλου σε boutique hotel (δίπλα στην Καπνικαρέα)



Ποιοί χτίζουν ξενοδοχεία στο κέντρο των Αθηνών






Τρία νέα ξενοδοχεία έχουν ήδη δρομολογηθεί για το κέντρο της Αθήνας από παραδοσιακούς παίκτες του χώρου και την… Εκκλησία.

Οπως έγινε γνωστό από την πλευρά της η Κυβέρνηση συμφώνησε να προχωρήσουν οι εργασίες ανέγερσης ξενοδοχείου στο οικόπεδο που διαθέτει η Μητρόπολη στο Κολωνάκι.

Η πορεία του τουρισμού πόλης (city break) σε ότι αφορά την Αθήνα κινείται ανοδικά και τα μηνύματα δείχνουν ότι το φαινόμενο θα συνεχιστεί και την επόμενη πενταετία.

‘Αλλωστε το προϊόν ξενοδοχείο είνια και η μόνη λέξη που σήμερα συγκινεί τους ξένους, αλλά και τους εγχώριους επενδυτές.

Στη βάση αυτή δύο γνωστοί επιχειρηματίες του κλάδου αποφάσισαν να διερύνουν τις δραστηριότητές τους στο κέντρο της πόλης.

Ο ιδιοκτήτης της Μεγάλης Βρεττανίας κ. Λασκαρίδης, μετά το King George, τοποθετήθηκε στη Μητροπόλεως, όπου σύμφωνα με πληροφορίες θα μετατρέψει το παλιό κτίριο του Χυτήρογλου δίπλα στην Καπνικαρέα σε boutique hotel.

Η σκέψη της μετατόπισης του άξονα της Ερμού κυριαρχεί από τη 10ετία του 2000, καθώς η Μητροπόλεως συνδέει άμεσα το Σύνταγμα με το Μοναστηράκι με πολύ χαμηλότερο κόστος γης.

Βέβαιη θεωρείται και η επέκταση των Ηλέκτρα στο πρώην υπουργείο Παιδείας, ιδιοκτησίας τη εκκλησίας μετά την αποτυχία μετεγκατάστασης του υπουργείου Περιβάλλοντος.

Τα στοιχεία των αφίξεων στο Ελ. Βενιζέλος πιστοποιούν τη δυνατότητα αύξησης της παραμονής του ξένου επισκέπτη κατά μία ημέρα στην Αθήνα. Αυτή είναι η πίτα που θα διεκδικήσουν όχι μόνο οι τρεις αυτοί παίκτες. Στο παιχνίδι αυτό είναι έτοιμοι να συμμετάσχουν πολλοί.

Προς στιγμή αφήνουν σε άλλους να τολμήσουν να μπουν μπροστά.

- http://realestateaxies.wordpress.gr / www.ered.gr /

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2015

2015, Η χρηματοπιστωτική επανάσταση







Η προσπάθεια απελευθέρωσης των κρατών από τη δικτατορία των αχόρταγων τραπεζών, τις οποίες υπηρετεί έμμισθα η Πολιτική, είναι πολύ δύσκολο να ευοδωθεί – αν και στην Ελβετία έχει ήδη ξεκινήσει ο πόλεμος εναντίον τους


-

«Είναι πράγματι πολύ δύσκολο για τους ανθρώπους να κατανοήσουν τη λειτουργία του χρήματος – ειδικά το ότι δημιουργείται από τις τράπεζες μέσω της παροχής δανείων, για τα οποία χρεώνουν επιτόκια που συχνά υπερβαίνουν το 500% ετήσια στην Ελλάδα, επί των πραγματικών χρημάτων που οι ίδιες διαθέτουν.


Εύλογα λοιπόν μετατρέπονται σε ομήρους του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος – σε υποχείρια εκείνων των λίγων εκλεκτών που γνωρίζουν επακριβώς πώς να εκμεταλλεύονται τη γνώση τους, εις βάρος όλων των υπολοίπων. Άλλωστε, όπως έχουμε τονίσει, η ελίτ έχει στα χέρια της τα εργαλεία παραγωγής χρέους – ενώ όλοι εμείς είμαστε συλλογικά υπεύθυνοι για την ξέφρενη, ασυγκράτητα αυξανόμενη άνοδο των χρεών.


Οι πολιτικοί βέβαια υπόσχονται συνεχώς πως θα ελέγξουν το δημόσιο χρέος – δεν υπάρχουν όμως ποτέ αρκετά χρήματα για να μπορεί να χρηματοδοτηθεί το κράτος, καθώς επίσης για να πληρωθούν οι τόκοι, με τους οποίους επιβαρύνεται ο προϋπολογισμός. Ως εκ τούτου, οι Πολίτες συνεχίζουν να μετατρέπονται σε σκλάβους, σε ανθρώπινο δυναμικό, σε άβουλο «φυσικό πόρο» – ο οποίος αξιοποιείται καταληστευμένος, εξυπηρετώντας αποκλειστικά και μόνο τα συμφέροντα αυτών που κατέχουν τη Δύναμη».


.
Ανάλυση


Ο ελβετικός σύνδεσμος «Νομισματικός Εκσυγχρονισμός» κατάφερε να συγκεντρώσει τις 100.000 υπογραφές που χρειαζόταν για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος στη χώρα, με αντικείμενο τη δημιουργία ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος, περισσότερο ασφαλούς απέναντι σε κρίσεις – βασικότερο στοιχείο του οποίου είναι η δημιουργία χρημάτων από το πουθενά, μόνο από την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας (πηγή: F&W).


Πρόκειται για μία πρωτοποριακή ενέργεια, μοναδική σήμερα παγκοσμίως, η οποία θα μπορούσε να αλλάξει πάρα πολλά στο σύστημα – ενώ φαίνεται πως τον ίδιο δρόμο θα ακολουθήσει στο μέλλον και η Ισλανδία, η δεύτερη χώρα που λειτουργεί με τους κανόνες της άμεσης δημοκρατίας, κυρίως όσον αφορά την πρόκληση δημοψηφισμάτων.


Ο πυρήνας της μεταρρύθμισης, με στόχο την υιοθέτηση του πλήρους χρήματος (ανάλυση), είναι η έκδοση του νομίσματος μόνο από την κεντρική τράπεζα – δηλαδή, η απαγόρευση της δημιουργίας λογιστικών χρημάτωναπό τις εμπορικές τράπεζες, η οποία επιτυγχάνεται με την έγκριση δανείων εκ μέρους τους. Με δεδομένο δε το ότι, τα χρήματα αυτά αποτελούν το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό της συνολικής ποσότητας όλων όσων κυκλοφορούν, μία τέτοια αλλαγή θα ήταν εξαιρετικά σημαντική.


Περαιτέρω, θα συνεχίσουν φυσικά να υπάρχουν λογιστικά χρήματα στους τραπεζικούς λογαριασμούς – παράλληλα με τα μετρητά που εκδίδουν παντού μόνο οι κεντρικές τράπεζες. Τα λογιστικά όμως χρήματα θα εκδίδονται από την κεντρική τράπεζα κατ’ αποκλειστικότητα – γεγονός που προϋποθέτει την αλλαγή του αντίστοιχου άρθρου του συντάγματος.


Το άρθρο αυτό (99) δίνει μέχρι σήμερα το δικαίωμα στις εμπορικές τράπεζες να δημιουργούν χρήματα από το πουθενά, απλά και μόνο με το δανεισμό των πελατών τους – κερδίζοντας επιτόκια που πολλές φορές υπερβαίνουν το 300% επί των χρημάτων που οι ίδιες διαθέτουν. Πολύ περισσότερα δηλαδή ακόμη και από τους μεγαλύτερους τοκογλύφους, αφού για κάθε 100 € είναι υποχρεωμένες να έχουν μόλις 2,5 € εγγυήσεις στην κεντρική (1 € στην ΕΚΤ).


Παρά το ότι λοιπόν το φράγκο είναι το νόμιμο μέσο συναλλαγών στην Ελβετία, μόνο τα χάρτινα και μεταλλικά νομίσματα εκδίδονται από την κεντρική τράπεζα, αποτελώντας ουσιαστικά τα πραγματικά χρήματα – ενώ τα ποσά στους τραπεζικούς λογαριασμούς δεν είναι τίποτα άλλο, από μία απαίτηση απέναντι στην εκάστοτε τράπεζα.


Με απλά λόγια, χωρίς να το γνωρίζουν οι καταθέτες δανείζουν τα χρήματα τους στην τράπεζα έναντι ενός επιτοκίου, έχοντας οι ίδιοι το ρίσκο εάν τυχόν χρεοκοπήσει – ενώ τα κράτη εγγυώνται για κάποιο ποσόν (100.000 € στην Ευρωζώνη), έχοντας όμως τη δυνατότητα να αλλάζουν κατά το δοκούν τις αποφάσεις τους.


Συνεχίζοντας, όταν μία τράπεζα εγκρίνει ένα δάνειο, τότε «επεκτείνεται» ο Ισολογισμός της – με την έννοια ότι, το εγγράφει στο λογαριασμό του πελάτη της από τη μία πλευρά (ενεργητικό), καθώς επίσης ως απαίτηση του απέναντι της στην άλλη (παθητικό). Με τον απλό αυτό τρόπο δημιουργούνται χρήματα από το πουθενά, οπότε η παροχή δανείων από τις τράπεζες είναι στην πραγματικότητα απεριόριστη – υπό την προϋπόθεση της τήρησης των απαιτήσεων όσον αφορά την κεφαλαιακή τους επάρκεια, ενώ τα ελάχιστα εγγυητικά κεφάλαια στην κεντρική έχουν πρακτικά πολύ μικρό νόημα.


Η σημασία της απαιτούμενης κεφαλαιακής επάρκειας φάνηκε πρόσφατα στην Ελλάδα (άρθρο), μετά τον έλεγχο των τραπεζών της, με στόχο τις ανάγκες κεφαλαιοποίησης τους – αν και επρόκειτο καθαρά για δημιουργική λογιστική, αφού είχε σχέση με τα επισφαλή τους δάνεια, τα οποία εκτιμήθηκαν «κατά το δοκούν».


Ακόμη χειρότερα, για να δρομολογηθεί η μεγάλη κλοπή του ελληνικού δημοσίου ως μετόχου τους, καθώς επίσης η ληστεία των Ελλήνων μικρομετόχων, τα απαιτούμενα κεφάλαια διατηρήθηκαν σε πολύ χαμηλό ύψος – γεγονός που σημαίνει ότι, αφενός μεν θα συνεχίσουν να είναι προβληματικές οι τράπεζες, αφετέρου πως οι τραπεζίτες θεωρούν τόσο την κυβέρνηση, όσο και τους Έλληνες, εντελώς ηλιθίους (άρθρο). Ειδικά αφού ακολούθησαν οι πανηγυρισμοί εκ μέρους των ΜΜΕ, σε σχέση με την επιτυχία της διαδικασίας – τα οποία είτε στηρίζουν όλους όσους κλέβουν την πατρίδα μας, είτε έχουν απλά άγνοια.


Συνεχίζοντας, εάν ψηφισθεί η αλλαγή του άρθρου του συντάγματος στην Ελβετία, θα απαγορεύεται στο εξής η δημιουργία χρημάτων από τις τράπεζες, μέσω της παροχής δανείων – οπότε θα είναι αναγκασμένες να συγκεντρώνουν χρήματα από τους πελάτες τους ή από επενδυτές, για να δίνουν δάνεια. Οι λογαριασμοί δε των πελατών θα πρέπει διατηρούνται χωριστά από τον Ισολογισμό των τραπεζών – αφού, ως καταθέσεις, θα είναι απολύτως εγγυημένοι από την κεντρική τράπεζα, ανεξαρτήτως του ύψους τους.


Επομένως, στην περίπτωση της χρεοκοπίας μίας τράπεζας, οι καταθέσεις θα είναι ασφαλισμένες – αφού θα τις εγγυάται η κεντρική, η οποία δεν χρεοκοπεί ποτέ, επειδή μπορεί να εκδίδει απεριόριστες ποσότητες χρημάτων, με μοναδικό κίνδυνο την πρόκληση πληθωρισμού.


Έτσι οι τράπεζες δεν θα έχουν τη δυνατότητα στο μέλλον να εκβιάζουν την κυβέρνηση, μη αποτελώντας πλέον κίνδυνο για το σύστημα – οπότε δεν θα είναι υποχρεωμένοι οι φορολογούμενοι Πολίτες να τις στηρίζουν συνεχώς, αυξάνοντας τα ελλείμματα του προϋπολογισμού και το δημόσιο χρέος. Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνονται οι διαφορές μεταξύ του σημερινού, καθώς επίσης του προτεινόμενου χρηματοπιστωτικού συστήματος – το οποίο θα περιόριζε σε πολύ μεγάλο βαθμό τις εμπορικές τράπεζες.


.



(*Πατήστε στο γράφημα για μεγέθυνση)


.


Όπως διαπιστώνεται από το γράφημα, τα δύο συστήματα έχουν πολύ σημαντικές διαφορές μεταξύ τους – χωρίς να ισχυρίζεται κανείς πως το προτεινόμενο είναι τέλειο, αφού δεν έχει μόνο πλεονεκτήματα αλλά, επίσης, μειονεκτήματα.-
Τα πλεονεκτήματα του νέου συστήματος


Εκτός από όλα όσα έχουμε αναφέρει μέχρι στιγμής, η υιοθέτηση του πλήρους χρήματος έχει τα εξής βασικά πλεονεκτήματα:


(α) Όταν οι τράπεζες, διαχειριζόμενες με λανθασμένο τρόπο τα οικονομικά τους, θα κινδυνεύουν με τη χρεοκοπία τους, η πίεση που θα ασκούν στο κράτος, όσον αφορά τη διάσωση τους, θα είναι περιορισμένη – αφού οι καταθέσεις δεν θα κινδυνεύουν.


Αντίθετα με τότε, οι τράπεζες σήμερα έχουν ένα είδος ασφάλειας, το οποίο δεν διαθέτει καμία άλλη επιχείρηση, αφού το κράτος υποχρεώνεται να τις στηρίζει με τα χρήματα των Πολιτών του – μία έμμεση κατά κάποιον τρόπο εγγύηση, οπότε μπορούν να κάνουν ότι θέλουν. Όταν βέβαια κάποιος θα τις δανείζει, εάν υιοθετηθεί το νέο σύστημα, είτε ως πελάτης, είτε ως επενδυτής, θα γνωρίζει πως διακινδυνεύει τα χρήματα του – οπότε θα απαιτεί αποδόσεις, ανάλογες των εκάστοτε κινδύνων.


(β) Στο σημερινό σύστημα, η τροφοδοσία μίας οικονομίας με χρήματα εξαρτάται από τα δάνεια που παρέχουν οι τράπεζες – όπως φαίνεται καθαρά στο παράδειγμα της Ελλάδας, όπου η ποσότητα χρήματος κατέρρευσε επειδή οι τράπεζες σταμάτησαν να δανείζουν (κυρίως λόγω έλλειψης αξιόχρεων οφειλετών, ως αποτέλεσμα βέβαια του εκ προμελέτης εγκλήματος των μνημονίων – γράφημα).


.





.


Επειδή τώρα οι τράπεζες λειτουργούν προ-κυκλικά (σε εποχές ανάπτυξης αυξάνουν το δανεισμό, σε περιόδους ύφεσης τον μειώνουν), αφενός μεν μεγεθύνουν τις φούσκες, αφετέρου επιδεινώνουν τις κρίσεις – οπότε λειτουργούν καταστροφικά για την πραγματική οικονομία. Η διαδικασία αυτή θα περιοριζόταν με την υιοθέτηση του πλήρους χρήματος – αφού η κεντρική τράπεζα θα είναι πια υπεύθυνη για την εκάστοτε ποσότητα χρήματος.


(γ) Όταν η κεντρική τράπεζα θα δημιουργεί λογιστικά χρήματα, θα αυξάνονται τα κέρδη της – ποσόν που στην Ελβετία υπολογίζεται από 5-10 δις φράγκα ετήσια. Τα κέρδη αυτά θα κατευθύνονται στο ομοσπονδιακό κράτος και στα καντόνια – με θετικά αποτελέσματα για ολόκληρη την κοινωνία. 

Στην χώρα μας βέβαια θα ήταν σωστό να εθνικοποιηθεί η Τράπεζα της Ελλάδας – στην οποία το δημόσιο συμμετέχει μόλις με 6% (άρθρο).


Ολοκληρώνοντας, υπάρχει μία μελέτη εκ μέρους του ΔΝΤ (πηγή), σύμφωνα με την οποία το αναμορφωμένο «Σχέδιο του Σικάγο», το οποίο αφορά την υποχρέωση των τραπεζών να διατηρούν εγγυητικά κεφάλαια στην κεντρική ίσα με το 100% των καταθέσεων τους (όχι 1%, όπως συμβαίνει στην Ευρωζώνη, 2,5% στην Ελβετία, 10% στις Η.Π.Α. κοκ.), θα μπορούσε να έχει θετικά αποτελέσματα για την Οικονομία.


Βέβαια, το σχέδιο αυτό δεν είναι ταυτόσημο με το πλήρες χρήμα, αφού δεν αφορά τα εγγυημένα από το κράτος λογιστικά χρήματα. Εν τούτοις, τα επακόλουθα και των δύο διαδικασιών είναι σχεδόν τα ίδια – με την έννοια πως αυξάνουν τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ενώ περιορίζουν τις δυσμενείς συνέπειες των υφέσεων.


.
Οι αμφιβολίες για το νέο σύστημα



Όλα τα πράγματα έχουν θετικές και αρνητικές πλευρές, τόσο στη ζωή, όσο και στην οικονομία – γεγονός που ισχύει επίσης για το σύστημα του πλήρους χρήματος, οι κυριότερες αμφιβολίες για το οποίο είναι οι εξής (μελέτη: Avenir Suisse):


(α) Η αλλαγή του υφισταμένου συστήματος είναι πολύπλοκη, θα χρειαστεί αρκετός χρόνος, ενώ το κόστος θα είναι μεγάλο – γεγονός που θα προβληματίσει τις αγορές, με κίνδυνο να προκληθούν αναταράξεις που θα απειλούσαν ολόκληρο το εγχείρημα. Εάν δε οι τράπεζες χάσουν το τεράστιο αυτό προνόμιο τους, θα ελαχιστοποιήσουν την παροχή δανείων – με επώδυνες συνέπειες για τους καταθέτες και τους δανειολήπτες.


(β) Ο έλεγχος της ποσότητας χρήματος από το κράτος, δεν είναι σίγουρο πως θα είναι καλύτερος – ενώ η κεντρική τράπεζα θα πρέπει να καθορίζει τα ποσά, τα οποία θα εμβάζει στο δημόσιο. Όλοι οι υπερπληθωρισμοί στην ιστορία έχουν προκληθεί από τα κράτη, μέσω της άμεσης ή έμμεσης χρηματοδότησης των δημοσιονομικών τους ελλειμμάτων – γεγονός στο οποίο οφείλεται η ανεξαρτητοποίηση των κεντρικών τραπεζών, έτσι ώστε να ελέγχουν αυτές τη διαδικασία.


Εν τούτοις, οι κεντρικές τράπεζες είναι θεωρητικά μόνο ανεξάρτητες, αφού το κράτος επεμβαίνει πολύ συχνά στις πρωτοβουλίες τους – ενώ έχουν ήδη αρκετά εργαλεία για να ελέγξουν τις εμπορικές, εάν το επιθυμούσαν πραγματικά.


(γ) Οι τράπεζες θα βρουν ξανά τρόπους για να δημιουργήσουν χρήματα από το πουθενά, όπως συνέβη μετά την υιοθέτηση του νόμου του Peel στη Μ. Βρετανία (ανάλυση). Εάν δε τους απαγορευθούν και αυτά τα νέα «εργαλεία», τότε θα μειώσουν σημαντικά τα δάνεια τους – με αποτέλεσμα να οδηγηθούν οι δανειολήπτες σε νέους οργανισμούς (σκιώδεις τράπεζες), οι οποίοι θα είναι λιγότερο αποτελεσματικοί και πολύ πιο αδιαφανείς.


Ολοκληρώνοντας, όταν δρομολογηθεί το δημοψήφισμα στην Ελβετία, θα υπάρξουν πολλές διαφορετικές τοποθετήσεις, οι οποίες θα βοηθήσουν σημαντικά τη λεπτομερή ανάλυση του προτεινόμενου συστήματος – ενώ η αντίστοιχη μελέτη στην Ισλανδία έχει ήδη διευκολύνει αρκετά (πηγή).


Σε κάθε περίπτωση, εάν η Ελβετία τολμήσει μία τέτοια μεγάλη αλλαγή, θα περιορισθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό η δικτατορία των τραπεζών – οι οποίες χρησιμοποιούν ως ομήρους τους Πολίτες, για να ιδιωτικοποιούν τα κέρδη τους, κοινωνικοποιώντας τις ζημίες.


.
Επίλογος


Θεωρούμε πως πολύ δύσκολα θα υιοθετηθεί το νέο σύστημα από την Ελβετία, παρά το ότι συγκεντρώθηκαν τελικά οι απαιτούμενες 100.000 υπογραφές για το δημοψήφισμα. Ακόμη όμως και αν ψηφίσουν θετικά οι Πολίτες της χώρας, είμαστε σχεδόν βέβαιοι πως σύντομα θα θελήσουν να το αλλάξουν ξανά, επιστρέφοντας στο αρχικό – επειδή θα δεχθούν μία μαζική επίθεση από το παγκόσμιο τραπεζικό καθεστώς που κυβερνάει απολυταρχικά την υφήλιο, αφού δεν θέλει φυσικά να χάσει τα τεράστια προνόμια του.


Υπάρχει όμως κάτι που συνηγορεί στις προσπάθειες τους: η αλματώδης αύξηση του παγκοσμίου χρέους, η οποία σύντομα θα υπερβεί τα ανώτατα όρια της. Μόνο στις χώρες της Ευρωζώνης το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά το γιγαντιαίο ποσόν των 2,3 τρις € μετά το 2009, στα συνολικά 9,5 τρις € – ενώ η Κίνα εξαγόρασε την υποτονική ανάπτυξη της με τη λήψη χρεών σε ένα ύψος άνευ προηγουμένου, όπως άλλωστε η Ιαπωνία, καθώς επίσης οι Η.Π.Α. (άρθρο).


Δεν είναι απίθανο λοιπόν να συμπέσει το δημοψήφισμα με το αναμενόμενο παγκόσμιο κραχ, με την καταιγίδα των καταιγίδων – όπου προβλέπεται πως θα υπάρχουν μόνο πωλητές σε όλα τα πάγια περιουσιακά στοιχεία, ενώ για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα καθόλου αγοραστές. Επομένως, τίποτα δεν μπορεί να αποκλεισθεί εκ των προτέρων – αφού τα πάντα θα κριθούν από τις μελλοντικές εξελίξεις, όσον αφορά την υπερχρέωση ολόκληρου του πλανήτη.-

Analyst Team- Analyst.gr